Page 135 - dimkoutroumpas
P. 135
 Η συμβολή του ∆ιοσκουρίδη στην οδοντιατρική  με την ενστάλαξη αφεψήματος κέδρου στην διαβρωμένη κοιλότητα του δοντιού είτε όταν αυτό αναμιχτεί με ξίδι και γίνουν πλύσεις της πάσχουσας περιοχής 566 . Ο τρίτος λεκτικός τύπος ο οποίος χρησιμοποιείται είναι «ὀδονταλγίας παύει» και αξιοποιείται σε αρκετές περιπτώσεις για να δηλωθεί μια φαρμακευτική ουσία ως απολύτως αποτελεσματική έναντι του οδοντικού πόνου. Για παράδειγμα η ρίζα του φυτού πεντάνευρου (ἀρνόγλωσσον) σε αφέψημα και επίχυση ή όταν η ίδια μασιέται σταματά τον πονόδοντο (ἡ δὲ ῥίζα ἀφεψησθεῖσα καὶ διακλυζομένη ἤ αὐτὴ διαμασωμένη ὀδονταλγίας παύει 567 ). Οι υπόλοιπες φαρμακευτικές ουσίες οι οποίες μεταξύ άλλων έχουν ως θεραπευτική ιδιότητα την αντιμετώπιση της οδονταλγίας δεν φανερώνουν την ίδια ένταση ως προς το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Για παράδειγμα, η ικανότητα ενός απλού φαρμάκου να ανακουφίζει την οδονταλγία δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εμφανίζει την ίδια δραστικότητα με ένα φάρμακο στο οποίο έχει αποδοθεί η ικανότητα να σταματά τον πόνο. Η ανακούφιση υποδηλώνει το ελάφρωμα δηλαδή τον περιορισμό και όχι εξάλειψη. Επομένως μια ουσία που ανακουφίζει τον πόνο μειώνει την έντασή του χωρίς να αναιρεί το αίτιο που τον προκαλεί και άρα να τον σταματά. Η κατηγορία των ουσιών οι οποίες καταπραΰνουν αλλά δεν παύουν τον οδοντικό πόνο είναι η πολυπληθέστερη στο Περὶ ὕλης ἰατρικῆς και περιλαμβάνει περί τα δώδεκα φαρμακευτικά σκευάσματα. Δύο είναι τα συνηθέστερα γραμματολογικά μοτίβα που χρησιμοποιούνται. Η πρώτη έκφραση είναι η «ὀδόντος τε πόνον πραΰνει» και χρησιμοποιείται, για παράδειγμα, κατά την περιγραφή των θεραπευτικών ιδιοτήτων του φυτού ὕσσωπος όπου μεταξύ άλλων την ικανότητα να καταπραΰνει τον πονόδοντο, όταν βραστεί με ξίδι και το μείγμα χορηγηθεί για πλύσεις της στοματικής κοιλότητας. 568 Η δεύτερη έκφραση είναι «ὀδονταλγίας τε πραΰνει». Έτσι το αφέψημα της ρίζας του φλόμου, βότανο το οποίο επιβιώνει με την ίδια ονομασία μέχρι σήμερα, παρουσιάζει την ικανότητα μαζί με κρασί ὀδονταλγίας τε πραΰνειν σε πλύσεις 569 . Εννοιολογικά ταυτόσημη με το να «πραΰνει» (καταπραΰνει) την οδονταλγία μια ουσία είναι και να την «κουφίζει» (ανακουφίζει). Στην προκειμένη περίπτωση τα ρήματα «ανακουφίζω» και «καταπραΰνω» χαρακτηρίζουν την ίδια ευεργετική επίδραση ενός φαρμάκου: δεν σταματούν τον πονόδοντο αλλά τον περιορίζουν αισθητά. Θα πρέπει να αναφέρουμε ότι ανάμεσα στα ρήματα δεν μπορεί να                                                              566 Διοσκουρίδου, Περὶ ὕλης ἰατρικῆς (Ι. 77,4 – 6 Wellmann). 567 Διοσκουρίδου, Περὶ ὕλης ἰατρικῆς (ΙΙ. 200,9 – 10 Wellmann). 568 Διοσκουρίδου, Περὶ ὕλης ἰατρικῆς (ΙII. 36,11 – 12 Wellmann). 569 Διοσκουρίδου, Περὶ ὕλης ἰατρικῆς (IV. 259,8 Wellmann). 121  
   130   131   132   133   134   135   136   137   138   139   140